Acta Microbiologica Hellenica 2013 (Volume 58, Issue 4)

Ο ρόλος των Κλινικών Εργαστηρίων στην αποτελεσματικότητα λειτουργίας των Νοσοκομείων

Σ. Διαμαντάτου1, Γ. Βρυώνη2, Α. Τσακρής2, Θ. Παλάσκας1
1 Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης, Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, Αθήνα
2 Εργαστήριο Μικροβιολογίας, Ιατρική Σχολή, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών

Περίληψη

Διεθνώς έχει αναγνωριστεί ευρέως ο ρόλος των Κλινικών Εργαστηρίων στη λήψη αποφάσεων, τόσο των κλινικών Ιατρών όσο και των ασθενών, και έχει υπογραμμισθεί η ολοένα πιο αναγκαία και κοστοβόρα τεχνολογική τους αναβάθμιση, ώστε να ανταποκρίνεται στο βασικό υποστηρικτικό τους ρόλο στον τομέα της Υγείας. Ο εκτεταμένος ρόλος τους, σε συνδυασμό με την πολιτική περιορισμο των προϋπολογισμών Υγείας των ανεπτυγμένων οικονομιών, με στόχο την παραγωγή των ίδιων τουλάχιστον υπηρεσιών με χαμηλότερο κόστος, αναδεικνύει τη σπουδαιότητα της ανάλυσης των δομών των συγκεκριμένων εργαστηρίων από τους σχεδιαστές πολιτικών Υγείας, προκειμένου να εντοπιστούν και να αμβλυνθούν οι αδυναμίες τους. Η βελτίωση της απόδοσης των Κλινικών Εργαστηρίων θα δημιουργήσει πολλαπλασιαστικές προστιθέμενες αξίες τόσο στα ίδια όσο και στους τομείς-κλινικές που αυτά υποστηρίζουν και συνεπώς θα ενισχύσει την αποτελεσματικότητά τους με ιδιαίτερα θετικά αποτελέσματα για την απόδοση του Εθνικού Συστήματος Υγείας ως σύνολο. Κινούμενη σε αυτόν τον άξονα, η παρούσα μελέτη προσδιορίζει τη σημασία των εργαστηριακών εξετάσεων, εστιάζει στη σημασία της διασφάλισης της ποιότητας των Εργαστηρίων και παρουσιάζει την έννοια της προστιθέμενης αξίας αυτών με τη βοήθεια του μοντέλου “SCIENCE”. Τελικό της αποτέλεσμα είναι η διαμόρφωση ενός γενικού άξονα για την αξιολόγηση των εργαστηριακών εξετάσεων, σε επίπεδο κλινικών αποτελεσμάτων, ικανοποίησης των ασθενών και διαχείρισης κόστους.

Μεταλλάξεις σχετιζόμενες με ανάπτυξη αντοχής στην κολιστίνη σε κλινικά στελέχη Acinetobacter baumannii

Κ. Νταφοπούλου1, Α. Πούλου2, Δ. Μακρής3, Χ. Χατζηχριστοδούλου1, Α. Τσακρής2, Σ. Πουρνάρας2
1 Εργαστήριο Υγιεινής και Επιδημιολογίας, Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας
2 Εργαστήριο Μικροβιολογίας, Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήμιο Αθηνών
3 Μονάδα Εντατικής Θεραπείας, Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

Περίληψη

Ο μηχανισμός που συμβάλλει στην αντοχή στην κολιστίνη σε στελέχη Acinetobacter baumannii δεν είναι ακόμα απολύτως γνωστός. Στην παρούσα μελέτη διερευνήθηκαν τα χαρακτηριστικά και οι μηχανισμοί της αντοχής στην κολιστίνη σε δύο ζεύγη γενετικά σχετιζόμενων μεταξύ τους κολιστίνη-ευαίσθητων/κολιστίνη-ανθεκτικών (ColS/ColR) κλινικών στελεχών A. baumannii. Στη μελέτη συμπεριλήφθηκε μεγάλη σειρά ColS/ColR κλινικών στελεχών A. baumannii τα οποία απομονώθηκαν διαδοχικά από διάφορα κλινικά δείγματα δύο ασθενών κατά τη διάρκεια της νοσηλείας τους στη ΜΕΘ. Μεταξύ των απομονώσεων ColS/ColR στελεχών οι ασθενείς έλαβαν κολιστίνη για αρκετές ημέρες. Στα στελέχη έγινε έλεγχος ευαισθησίας στα αντιβιοτικά με Ε-test και τη μέθοδο αραιώσεων σε ζωμό και ακολούθησε η τυποποίησή τους με ηλεκτροφόρηση σε παλλόμενο ηλεκτρικό πεδίο (PFGE). Το πρώτο ColS στέλεχος και το πρώτο ColR στέλεχος από κάθε ασθενή διερευνήθηκαν περαιτέρω με τυποποίηση μετά αλληλούχιση πολλαπλών γενετικών τόπων (MLST), PCR και αλληλούχιση των γονιδίων pmrA, pmrB, pmrC, lpxA, lpxC και lpxD και ποσοτική real-time PCR για τον έλεγχο της έκφρασης των γονιδίων pmrA, pmrB και pmrC. Τέλος, εκτελέστηκαν καμπύλες ανάπτυξης στα δύο ζεύγη των ColS/ColR κλινικών στελεχών και στο ευαίσθητο στην κολιστίνη πρότυπο στέλεχος ATCC 19606.  Όλα τα ColS/ColR στελέχη εντός του κάθε ζεύγους ήταν γενετικά ταυτόσημα μεταξύ τους με την PFGE και ανήκαν με την MLST στον επικρατούντα παγκοσμίως διεθνή κλώνο CC2. Σε σύγκριση με τα ColS, τα ColR στελέχη εμφάνισαν σημαντική υπερέκφραση των γονιδίων pmrCAB, είχαν μονήρεις μεταλλάξεις αμινοξέων στην πρωτεΐνη PmrB και παρουσίασαν σημαντικά βραδύτερη ανάπτυξη. Τα ColS στελέχη του πρώτου ζεύγους προκάλεσαν διαδοχικές βακτηριαιμίες και του δεύτερου ζεύγους σοβαρή λοίμωξη μαλακών μορίων, ενώ τα αντίστοιχα ColR στελέχη και στα δύο ζεύγη ήταν κυρίως αποικιστές. Συνολικά τα ευρήματα αυτά υποδηλώνουν ότι η παρατεταμένη θεραπεία με κολιστίνη οδήγησε στην επιλογή ανθεκτικών στην κολιστίνη κλινικών στελεχών A. baumannii, τα οποία εμφάνισαν σημαντικά μειωμένη μολυσματικότητα σε σύγκριση με τα ευαίσθητα.

Εργαστηριακή επιτήρηση γρίπης περιόδου 2012 – 2013 στη Βόρεια Ελλάδα

Α. Μελίδου, Μ. Εξηντάρη, Γ. Γκιούλα, Ν. Μαλισιόβας
Εθνικό Κέντρο Αναφοράς Γρίπης Βορείου Ελλάδας, Β’ Εργαστήριο Μικροβιολογίας, Ιατρική Σχολή Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Περίληψη

Μετά από την πανδημία του 2009, η γρίπη συνεχίζει να απειλεί τη δημόσια υγεία με τις ετήσιες επιδημίες της. Στην παρούσα αναφορά παρουσιάζονται τα αποτελέσματα του εργαστηριακού ελέγχου του ιού της γρίπης που πραγματοποιήθηκε στη Β. Ελλάδα κατά τη χειμερινη περίοδο 2012-2013. Από την 40η εβδομάδα 2012 έως και την 20η του 2013 ελέγχθηκαν 309 δείγματα εκ των οποίων ανιχνεύθηκαν και οι 3 τύποι ιών γρίπης Α(Η1Ν1)pdm09, Α(Η3Ν2) και Β σε ποσοστό 26.5%. Ακολούθησε μοριακή ανάλυση του γονιδίου της αιμοσυγκολλητίνης και της νευραμινιδάσης από αντιπροσωπευτικά στελέχη έτσι ώστε να ανιχνευθούν παραλλαγές των ιών και να συσχετιστούν με ήδη γνωστά στελέχη γρίπης Α και Β. Τα στελέχη στην πλειοψηφία τους συγγένευαν αντιγονικά με αυτά του εμβολίου, ενώ κανένα ανθεκτικό στην οσελταμιβίρη στέλεχος δεν ανιχνεύθηκε. Όπως συμβουλεύει και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, η συνεχής επιτήρηση των ιών της γρίπης είναι απαραίτητη σε εθνικό και διεθνές επίπεδο.εξετάσεων, εστιάζει στη σημασία της διασφάλισης της ποιότητας των Εργαστηρίων και παρουσιάζει την έννοια της προστιθέμενης αξίας αυτών με τη βοήθεια του μοντέλου “SCIENCE”. Τελικό της αποτέλεσμα είναι η διαμόρφωση ενός γενικού άξονα για την αξιολόγηση των εργαστηριακών εξετάσεων, σε επίπεδο κλινικών αποτελεσμάτων, ικανοποίησης των ασθενών και διαχείρισης κόστους.

ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΙΚΡΟΒΙΟΛΟΓΙΑΣ - Από την ιστορία της σύφιλης στην Ελλάδα: οι δύο πρώτοι ασθενείς του Νοσοκομείου «Ανδρέας Συγγρός» (1910)

Κ. Τσιάμης1, Γ. Βρυώνη2, Ε. Πουλάκου-Ρεμπελάκου1, Α. Τσακρής2

1 Εργαστήριο Ιστορίας της Ιατρικής, Ιατρική Σχολή, Πανεπιστημίου Αθηνών

2 Εργαστήριο Μικροβιολογίας, Ιατρική Σχολή, Πανεπιστημίου Αθηνών

Περίληψη

Αντικείμενο της έρευνας είναι η παρουσίαση της σύφιλης στην Ελλάδα μέσα από τις περιπτώσεις των δύο πρώτων ασθενών του Νοσοκομείου Αφροδισίων Νοσημάτων «Ανδρέας Συγγρός», το 1910. Από την εποχή της δημιουργίας του Νέου Ελληνικού Κράτους, η σύφιλη ήταν συνδεδεμένη κυρίως με την πορνεία. Το Κράτος δεν μπόρεσε να περιορίσει την μεταδοτικότητα της σύφιλης και να ελέγξει την πορνεία, ακόμα και με την θέσπιση νόμου από το 1834. Η άγνοια για τη φύση της σύφιλης, οι οικονομικές και κοινωνικές δυσκολίες της Ελλάδας και η μη εφαρμογή των νόμων, αποτέλεσαν τις κύριες αιτίες της διάδοσης της σύφιλης κατά τον 19ο και 20ο αιώνα.