Acta Microbiologica Hellenica 2012 (Volume 57, Issue 2)

ΑΡΘΡΟ 1: ΕΞEΛΙΞΗ ΤΗΣ ΑΝΤΟΧHΣ ΤΩΝ GRAM- ΑΡΝΗΤΙΚΩΝ ΑΝΑΕΡΟΒΙΩΝ ΒΑΚΤΗΡΙΩΝ ΣΤΑ ΑΝΤΙΒΙΟΤΙΚΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΔΕΚΑΕΤΙΑΣ 2002–2011. ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΗΝ «ΟΜΑΔΑ ΜΕΛΕΤΗΣ GRAM- ΑΡΝΗΤΙΚΩΝ ΑΝΑΕΡΟΒΙΩΝ ΛΟΙΜΩΞΕΩΝ»

Αγγελική Πανταζάτου Angeliki Pantazatou, Στέλλα Νεοφωτίστου Stella Neofotistou και Ιωάννα Στεφάνου Ioanna Stefanou

Σκοπός: Ο έλεγχος, σε πολυκεντρικό επίπεδο, της in vitro δραστικότητας των αντιβιοτικών πενικιλίνη, πιπερακιλλίνη-ταζομπακτάμη, κεφοξιτίνη, ιμιπενέμη, μετρονιδαζόλη και κλινδαμυκίνη έναντι κλινικών στελεχών Gram-αρνητικών αναερόβιων βακτηρίων.

Υλικό και μέθοδοι: Συνολικά ελέγχθηκαν, με την μέθοδο των ταινιών διαβαθμισμένης συγκέντρωσης, 942 στελέχη Gram-αρνητικών αναερόβιων βακτηρίων που συνελέγησαν κατά την διάρκεια μιας δεκαετίας (2002–2011) στα πλαίσια των δραστηριοτήτων της Ομάδας Μελέτης Gram-Αρνητικών Αναερόβιων Λοιμώξεων.

Αποτελέσματα: Τα ποσοστά αντοχής στην πενικιλίνη ήταν ιδιαίτερα υψηλά (στο σύνολο 87% και ιδιαίτερα των στελεχών Bacteroides spp. 97%). Υψηλά ποσοστά αντοχής στην κλινδαμυκίνη (33%) καθώς και αντοχής και ενδιάμεσης ευαισθησίας στην κεφοξιτίνη (12% και 19%, αντίστοιχα) σημειώθηκαν, επίσης, κυρίως στα στελέχη Bacteroides spp. Τα ανθεκτικά στην ιμιπενέμη στελέχη ήταν σποραδικά έως το 2008, ενώ στην συνέχεια το ποσοστό αντοχής σταθεροποιήθηκε στο 1,5%. Στο σύνολο των στελεχών, η αντοχή στην πιπερακιλλίνη-ταζομπακτάμη αυξήθηκε από 2% το 2002 στο 8% το 2011, ενώ η αντοχή στην μετρονιδαζόλη αυξήθηκε ελαφρά και έφτασε το 5% στο τέλος της μελέτης.

Συμπέρασμα: Τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης υποδεικνύουν την ανάγκη περαιτέρω επιτήρησης της αντοχής των αναεροβίων στα αντιβιοτικά, ιδιαίτερα στην ιμιπενέμη, την μετρονιδαζόλης και την πιπερακιλλίνη-ταζομπακτάμη, με σκοπό να διαπιστωθεί εάν η αύξηση της αντοχής που παρατηρείται μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την δραστικότητά τους.

ΑΡΘΡΟ 2: ΕΞΩΕΝΤΕΡΙΚΕΣ ΛΟΙΜΩΞΕΙΣ ΑΠΟ Campylobacter jejuni ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΡΙΩΝ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΩΝ

Α. Κανσουζίδου A. Kansouzidou, Ν. Τσενικλίδου N. Tseniklidou, Μ. Ρίγκος M. Rigkos, Κ. Καραντάνη K. Karantani, Α. Καραμπουρνίδης A. Karabournidis, Ε. Μιχαηλίδου E. Michailidou, Α. Μπάκας A. Bakas, Γ. Καβαλιώτης I. Kavaliotis

Το C.jejuni αποτελεί σημαντικό αίτιο οξείας γαστρεντερίτιδας με παγκόσμια διασπορά. Οι εξωεντερικές λοιμώξεις από C. jejuni είναι σπάνιες και μπορεί να είναι εντοπισμένες ή γενικευμένες. Στη μελέτη αυτή περιγράφονται τα κλινικά χαρακτηριστικά και τα μικροβιολογικά δεδομένα τριών περιπτώσεων ασθενών με εξωεντερική λοίμωξη από C.jejuni (2 ασθενείς με μικροβιαιμία και ένας με μηνιγγίτιδα), που διαπιστώθηκαν το 2011. Οι δύο ασθενείς με μικροβιαιμία ήταν ηλικίας 62 και 2 ετών, και προσήλθαν στο νοσοκομείο με υψηλό πυρετό και διαρροϊκές κενώσεις. Από την καλλιέργεια κοπράνων και την αιμοκαλλιέργεια των ασθενών απομονώθηκε C.jejuni . Οι ασθενείς αντιμετωπίστηκαν με συντηρητική αγωγή και εξήλθαν του νοσοκομείου μετά από υποχώρηση των συμπτωμάτων. Η τρίτη περίπτωση αφορούσε νεογέννητο 15 ημερών, το οποίο προσήλθε στο νοσοκομείο με υψηλό πυρετό και χωρίς άλλα συμπτώματα. Η εξέταση του ΕΝΥ έδειξε 600 κύτταρα/μl (60% πολυμορφοπύρηνα και 40% λεμφοκύτταρα), λεύκωμα 95 mg/dl και γλυκόζη 31 mg/dl. Η μικροσκοπική εξέταση του ΕΝΥ ήταν αρνητική, αλλά από την καλλιέργεια απομονώθηκε C.jejuni. Οι καλλιέργειες αίματος και κοπράνων ήταν αρνητικές. Ο ασθενής αντιμετωπίστηκε με κεφοταξίμη (150 mg/Kg/ημέρα) και αμπικιλλίνη (200 mg/Kg/ημέρα). Με σκοπό να εντοπιστεί η πηγή μόλυνσης του νεογνού έγινε καλλιέργεια κοπράνων από τα έξι μέλη της οικογένειάς του και απομονώθηκε C.jejuni από το δείγμα κοπράνων του πατέρα γεγονός που σηματοδοτεί την ενδοοικογενειακή διασπορά του μικροβίου. Η κατάσταση του ασθενούς σταδιακά βελτιώθηκε και εξήλθε μετά από 21 ημέρες νοσηλείας. Οι εξωεντερικές λοιμώξεις από C.jejuni είναι σπάνιες στη Βόρεια Ελλάδα. Από την προσιτή σε εμάς βιβλιογραφία είναι η πρώτη περίπτωση μηνιγγίτιδας από C.jejuni που περιγράφεται στην Ελλάδα.

ΑΡΘΡΟ 3: ΣΠΛΑΧΝΙΚΗ ΛΕΪΣΜΑΝΙΑΣΗ: ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ

Χαραλαμπάκη Νικολέτα Charalampaki Nikoletta , Τσιβεριώτης Κωνσταντίνος Tsiveriotis Konstantinos, Ζάμπου Αικατερίνη Zambou Katerina, Γιαννοπούλου Παναγιώτα Giannopoulou Panagiota, Κυράτσα Άννα Kyratsa Anna, Υφαντής Ευστάθιος Yfantis Efstathios, Αντωνίου Μαρία Antoniou Maria, Τρίκκα-Γραφάκου Ελευθερία Trikka-Graphakos Eleftheria

Η σπλαχνική λεϊσμανίαση είναι μια συστηματική παρασιτική νόσος που μεταδίδεται στον άνθρωπο με το δήγμα μολυσμένων φλεβοτόμων. Ενδημεί στη Μεσόγειο, την Μέση Ανατολή, την Αφρική, την Βόρεια Αμερική και την Ινδία. Παρακάτω περιγράφονται επτά περιπτώσεις σπλαχνικής λεϊσμανίασης που παρουσιάστηκαν στο νοσοκομείο μας τα τελευταία 5 χρόνια (2007- 2012). Το παρατεινόμενο εμπύρετο, η ηπατοσπληνομεγαλία, η απώλεια βάρους, η αναιμία, η πανκυτταροπενία, η υπεργαμμασφαιριναιμία και η αύξηση της C-αντιδρώσας πρωτεΐνης (CRP) ήταν τα κυριότερα ευρήματα. Για την εργαστηριακή διερεύνηση των περιστατικών χρησιμοποιήθηκαν συμβατικές μέθοδοι (οστεομυελική βιοψία, έμμεσος ανοσοφθορισμός, ηλεκτροσυναίρεση και ειδική καλλιέργεια), που ήταν θετικές σε έξι, έξι,έξι και πέντε από τις επτά περιπτώσεις, καθώς και η αντίδραση αλυσιδωτής πολυμεράσης (PCR) που ήταν θετική σε όλες τις περιπτώσεις ασθενών. Συμπερασματικά, η εκτίμηση των κλινικών δεδομένων και ο συνδυασμός εργαστηριακών εξετάσεων, συμβατικών και νεότερων, συμβάλλει στην έγκαιρη διάγνωση και την άμεση έναρξη θεραπευτικής αγωγής.