ΔΕΛΤΙΟ ΙΟΥΛΙΟΥ – ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2017 (ΤΟΜΟΣ 62, Τεύχος 3)

Ενδοφθαλμίτιδα μετά από επέμβαση καταρράκτη:Βιβλιογραφική ανασκόπηση

Ειρήνη Χατζηράλλη1, Αθανάσιος Χατζηπαντελής1, Γεωργία Βρυώνη2, Ελένη Δημητρίου1,
Παναγιώτης Θεοδοσιάδης1

1.Β’ Πανεπιστημιακή Οφθαλμολογική Κλινική, Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο «Αττικόν»,
Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα
2.Εργαστήριο Μικροβιολογίας, Ιατρική Σχολή, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα

Η ενδοφθαλμίτιδα μετά από επέμβαση καταρράκτη είναι μια εξωγενής λοιμώδης μόλυνση του οφθαλμού από παθογόνους οργανισμούς, που εισέρχονται στο εσωτερικό του οφθαλμού διεγχειρητικά ή μετεχγειρητικά. Διάφοροι παράγοντες κινδύνου έχουν ενοχοποιηθεί για την ανάπτυξη μετεγχειρητικής ενδοφθαλμίτιδας και μπορεί να είναι προ-, δι- ή μετ-εγχειρητικοί. Κλινικά οι ασθενείς με οξεία ενδοφθαλμίτιδα μετά από καταρράκτη προσέρχονται με αρκετά βεβαρυμένη εικόνα, που περιλαμβάνει πόνο, ερυθρότητα του οφθαλμού, εκκρίσεις και μειωμένη οπτική οξύτητα, ενώ συνήθως συνυπάρχουν οίδημα βλεφάρων και επιπεφυκότα, υαλίτιδα και αμφιβληστροειδίτιδα. Είναι σημαντικό να τηρούνται οι κανόνες αντισηψίας, ενώ έχουν προταθεί οδηγίες προφύλαξης για την προσπάθεια μείωσης του κινδύνου ανάπτυξης ενδοφθαλμίτιδας μετά από επέμβαση καταρράκτη. Η έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση είναι πολύ σημαντικά
για την πρόγνωση.

Λέξεις κλειδιά: Ενδοφθαλμίτιδα, καταρράκτης, προφύλαξη, αντιμετώπιση, παθογόνοι

Η επιδημιολογία της ιλαράς στην Βόρειο Ελλάδα

Γεωργία Γκιούλα1, Μαρία Εξηντάρη1,Αγγελική Μελίδου1, Φανή Μίντη1, Ελένη Σιδηροπούλου2,
Σοφία Διονυσοπούλου2, Μαρία Κυριαζή3, Ελευθέριος Τσινταράκης4, Νικόλαος Μαλισιόβας1

1.Εργαστήριο Μικροβιολογίας, Ιατρικό Τμήμα, Σχολή Επιστημών Υγείας, Αριστοτέλειο Παν/μιο Θεσσαλονίκης
2.Εργαστήριο Μικροβιολογίας, Νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
3.Α’ Παιδιατρική Κλινική, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
4.Εργαστήριο Μικροβιολογίας, Γενικό Νοσοκομείο Διδυμοτείχου

Ο σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν ο προσδιορισμός του ανοσολογικού επιπέδου της ιλαράς
στον πληθυσμό της Β. Ελλάδος, σε περίοδο εμφάνισης ενός σημαντικού αριθμού επιδημιών σε
αρκετές χώρες της Ευρώπης. Εξετάστηκαν συνολικά 611 δείγματα ορών (ηλικίας από 10 ημερών
έως 82 ετών), τα οποία συλλέχθηκαν την περίοδο Ιούνιος 2014-Ιανούαριος 2016 και διαχωρίστη-
καν σε 10 ηλικιακές ομάδες. Το συνολικό ποσοστό ανοσίας ανέρχεται στο 82.07%, ενώ το ποσοστό
εμβολιασμού των υπό εξέταση ατόμων ήταν 41.85%. Τα υψηλότερα ποσοστό ανοσίας ανευρέθη-
σαν στα άτομα ηλικίας 41-50 ετών (100%) καθώς και στην ηλικιακή ομάδα των 51-60 ετών (98.8%).
Φαίνεται ότι τα άτομα των ανωτέρω ηλικιακών ομάδων απέκτησαν ανοσία κατόπιν επαφής με το
άγριο στέλεχος του ιού της ιλαράς, μια και ο υποχρεωτικός εμβολιασμός έναντι του ιού της ιλαράς
ξεκίνησε στην χώρα μας το 1989. Παράλληλα, τα υψηλά ποσοστά ανοσίας στις ηλικιακές ομάδες
4-6 οφείλονται κυρίως στον εμβολιασμό αυτών των ατόμων. Η τελευταία επιδημία ιλαράς στην
χώρα μας έχει σημειωθεί το 2010, ενώ έκτοτε έχουν καταγραφεί μόνο σποραδικά κρούσματα.
Είναι επομένως απαραίτητη η συνεχής επιδημιολογική και ιολογική επιτήρηση της νόσου στην
χώρα μας, προκειμένου να επιτευχθεί ο έλεγχος της αλλά και τελικός στόχος του Παγκόσμιου Ορ-
γανισμού Υγείας που αφορά στην εξάλειψή της.

Λέξεις κλειδιά: ιλαρά, επιδημιολογία, Β. Ελλάδα

Ταυτόχρονα ανιχνευθέντα παθογόνα που ταυτοποιήθηκαν σε λοιμώξεις με την τεχνολογία FilmArray

Νικόλαος Ι. Τσαγκαράκης, Ανθή Σιδέρη, Παναγιώτης Μακρίδης, Αργυρώ Τριανταφύλλου,
Αλεξάνδρα Σταμουλακάτου, Ελένη Παπαδογεωργάκη

Κεντρικά Εργαστήρια, ΔΘΚΑ «Υγεία», Ερυθρού Σταυρού 4, Μαρούσι, Αθήνα Τ.Κ. 15123

Σκοπός της μελέτης: Προηγούμενες παρατηρήσεις έχουν δείξει ότι η εφαρμογή της τεχνολογίας
του FilmArray μπορεί να οδηγήσει σε ταυτόχρονη ανίχνευση πολλαπλών παθογόνων. Ωστόσο,
υπάρχουν περιορισμένα δεδομένα σχετικά με τη συχνότητα αυτών των ταυτόχρονων ανιχνεύσεων,
τη συχνότητα εμφάνισης συγκεκριμένων παθογόνων σε τέτοιες συν-ανιχνεύσεις και την πιθανή
ύπαρξη συγκεκριμένων συνδυασμών.
Υλικά και Μεθοδολογία: Για να μελετήσουμε την ταυτόχρονη ανίχνευση των πολλαπλών παθο-
γόνων στη σειρά των ασθενών μας, αναλύσαμε αναδρομικά τα αποτελέσματα όλων των δειγμά-
των που είχαν υποβληθεί στη μέθοδο του FilmArray, κατά τη διάρκεια του τελευταίου ενός έτους,
στο Νοσοκομείο μας.
Αποτελέσματα: Μεταξύ 1041 δειγμάτων που υποβλήθηκαν στη μέθοδο, το 8,3% αποκάλυψε
πολλαπλά παθογόνα (>1). Συγκεκριμένα, το 8.7% όλων των αναπνευστικών δειγμάτων και το
8.8% όλων των δειγμάτων γαστρεντερικού, αντίστοιχα. Ο ανθρώπινος ρινοϊός/εντεροϊός (Human
Rhinovirus/Enterovirus ή HRV) και η εντεροπαθογόνος E.coli (enteropathogenic E.coli ή EPEC)
ήταν τα συχνότερα ανιχνευθέντα παθογόνα στις πολλαπλές αναπνευστικές και γαστρεντερικές
συν-ανιχνεύσεις, αντίστοιχα. Οι συνδυασμοί HRV/αδενοϊού και EPEC/Campylobacter sp ήταν οι
συνηθέστεροι.
Συμπεράσματα: Η δική μας σειρά ασθενών έδειξε ότι η εφαρμογή των πάνελ του FilmArray είχε
χαμηλή, αν και σημαντική, πιθανότητα ταυτόχρονης ανίχνευσης πολλαπλών παθογόνων, με τον
HRV και την EPEC να υπερέχουν σε τέτοια δείγματα. Απαιτούνται περαιτέρω μελέτες για να διερευ-
νηθεί η κλινική σημασία τέτοιων συν-ανιχνεύσεων, που αυθαιρέτως αποκαλούνται συλλοιμώξεις.

Λέξεις κλειδιά: FilmArray, πολλαπλά παθογόνα, πολυπλεκτική PCR, συλλοίμωξη, αναπνευστική λοίμωξη, γαστρεντερική
λοίμωξη, μικροσυστοιχίες

Επιδημιολογική μελέτη της βακτηριαιμίας από ευαίσθητα και ανθεκτικά στη μεθικιλλίνη στελέχη Staphylococcus aureus σε ασθενείς τριτοβάθμιου νοσοκομείου

Ελένη Ισμυρλή1, Λεμονιά Σκούρα2, Χαράλαμπος Ανταχόπουλος3, Εμμανουήλ Ροηλίδης3

1.Μικροβιολογικό Εργαστήριο Γ.Ν.Θ.Ιπποκράτειο
2.Μικροβιολογικό Εργαστήριο Π.Γ.Ν.Θ.ΑΧΕΠΑ
3.Γ΄ Παιδιατρική Κλινική ΑΠΘ, Γ.Ν.Θ.Ιπποκράτειο

Σκοπός: Σκοπός της παρούσας αναδρομικής μελέτης, ήταν να διερευνηθεί α) η επίπτωση της
βακτηριαιμίας από στελέχη S.aureus (SAB) ευαίσθητα (methicillin sensitive S.aureus, ΜSSA) και
ανθεκτικά στη μεθικιλλίνη (methicillin resistant S.aureus, MRSA) και β) η σχέση της βακτηριαιμίας
από MRSA (MRSAB) και της βακτηριαιμίας από MSSA (MSSAB) (i) με παράγοντες κινδύνου (ηλικία,
φύλο, ύπαρξη κεντρικού φλεβικού καθετήρα, ανοσοκαταστολή, σακχαρώδη διαβήτη, αιμοκά-
θαρση, κακοήθεια και πρόσφατη χειρουργική επέμβαση), (ii) με την αντοχή στα αντιβιοτικά και
(iii) με την έκβαση (χρόνος αρνητικοποίησης αιμοκαλλιεργειών, διάρκεια πυρετού και νοσηλείας
και θνητότητα εντός τριάντα ημερών).
Υλικό-Μέθοδοι: Υλικό αποτέλεσαν ασθενείς με βακτηριαιμία από MSSA και MRSA που νοσηλεύτηκαν
κατά το χρονικό διάστημα 2009-2014 στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης. H συλλογή των
δημογραφικών στοιχείων και των κλινικών δεδομένων έγινε από το αρχείο του νοσοκομείου.
H στατιστική ανάλυση πραγματοποιήθηκε με το πρόγραμμα SPSS (Statistical Package
for Social Science-ΙΒΜ 21th edition), για χρήση σε Windows 8.0.
Αποτελέσματα: Δεν ανευρέθηκε στατιστικώς σημαντική διαφορά μεταξύ MRSAB και MSSAB
σε σχέση με τους παράγοντες κινδύνου με εξαίρεση την προηγηθείσα χειρουργική επέμβαση
(συχνότερη σε MRSAB, P=0,001). Δεν ανευρέθηκαν στελέχη MRSA και MSSA με αντοχή στην
βανκομυκίνη, τεiκοπλανίνη, λινεζολίδη, δαπτομυκίνη και τιγεκυκλίνη. Επίσης δεν υπήρχε ση-
μαντική διαφορά μεταξύ MRSAB και MSSAB όσον αφορά τον χρόνο αρνητικοποίησης των αι-
μοκαλλιεργειών, τη διάρκεια πυρετού και νοσηλείας, καθώς και τη θνητότητα εντός 30 ημερών.
Συμπεράσματα: Δεν υπάρχουν στατιστικά σημαντικές διαφορές στους παράγοντες κινδύνου
και την έκβαση μεταξύ MSSAB και MRSAB, με εξαίρεση τη μεγαλύτερη συχνότητα προηγηθείσας
χειρουργικής επέμβασης στους ασθενείς με MRSAB.

Λέξεις κλειδιά: Βακτηριαιμία, methicillin sensitive S.aureus-ΜSSA, methicillin resistant S.aureus-MRSA,
παράγοντες κινδύνου, έκβαση, αντιμικροβιακή αγωγή

H εισαγωγή του DDT (Dichloro-Diphenyl-Trichloroethane, δίχλωρο-διφαίνυλο-τριχλωροαιθάνιο) στον ελληνικό ανθελονοσιακό αγώνα κατά την περίοδο 1945-1949

Κων/νος Τσιάμης1, Γεωργία Βρυώνη1, Καλλιόπη Θεοδωρίδου1, Έφη Πουλάκου-Ρεμπελάκου2,
Αθανάσιος Τσακρής1
1.Εργαστήριο Μικροβιολογίας, Ιατρική Σχολή, Εθνικό & Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
2.Εργαστήριο Ιστορίας της Ιατρικής, Ιατρική Σχολή, Εθνικό & Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών

Η εργασία παρουσιάζει την εισαγωγή του DDT (Dichloro-Diphenyl-Trichloroethane, δίχλωρο-δι-
φαίνυλο-τριχλωροαιθάνιο) κατά την τρίτη φάση του ελληνικού ανθελονοσιακού αγώνα μετά το
τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι πηγές αντλήθηκαν από το αρχειακό υλικό της United Nations
Relief and Rehabilitation Administration (UNRRA), το προσωπικό αρχείο του επικεφαλής του Τμή-
ματος Ελονοσίας της UNRRA στην Ελλάδα, Συνταγματάρχη Daniel Wright, και από τις Εκθέσεις της
Υπηρεσίας Καταπολέμησης Ελονοσίας της Υγειονομικής Σχολής (Αρχείο Υπουργείου Υγείας, Γενικά
Αρχεία του Κράτους). Στο τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου η ελονοσία αποτελούσε ένα σοβαρό
υγειονομικό πρόβλημα για την Ελλάδα. Σύμφωνα με τα στοιχεία των διεθνών οργανισμών το 87%
της έκτασής της χώρα είχε ελονοσία, ενώ οι ασθενείς ανέρχονταν στα τρια εκατομμύρια. Σύμφωνα
με τα ελληνικά δεδομένα στις επιδημίες ελονοσίας ανιχνευόταν κυρίως το Plasmodium falciparum,
ενώ στις ενδημικές περιοχές τα P. vivax και P. malariae. Επιπλέον, η Ελλάδα είχε την ιδιαιτερότητα
της ύπαρξης των κουνουπιών Anopheles superpictus, των οποίων ο βιολογικός κύκλος παρέτεινε
τις περιόδους των επιδημικών κυμάτων έως τον Οκτώβριο. Η έλευση της UNRRA και η εισαγωγή
του DDT άλλαξε τη μορφή του ανθελονοσιακού αγώνα με εκπληκτικά αποτελέσματα. Παρά τα
προβλήματα και τις επιστημονικές διαφωνίες που προέκυψαν, παραμένει διαχρονικό το δίδαγμα
του σωστού επιδημιολογικού ελέγχου και της συνεχούς επαγρύπνησης για τη διαφύλαξη της Δη-
μόσιας Υγείας.

Λέξεις κλειδιά: Δημόσια Υγεία, Ελλάδα, ελονοσία,ιστορία Μικροβιολογίας, DDT