Δελτίον Ελληνικής Μικροβιολογικής Εταιρείας

ISSN: 0438-9573 (Print) – e-ISSN: 2459-4113 (Electronic)

Από το 1956, το επίσημο περιοδικό της Ελληνικής Μικροβιολογικής Εταιρείας “Δελτίον Ελληνικής Μικροβιολογικής Εταιρείας” , έχει στόχο τη συνεχή εκπαίδευση των βιοπαθολόγων, των κλινικών μικροβιολόγων καθώς και όλων των επιστημόνων που ασχολούνται με το εργαστήριο και την κλινική ιατρική. Το “Δελτίον Ελληνικής Μικροβιολογικής Εταιρείας” είναι ένα τριμηνιαίο περιοδικό επιστημόνων, που αναφέρεται στη βάση δεδομένων Scopus.

Η υποβολή στο Δελτίο της ΕΜΕ διακόπτεται γιατί το περιοδικό από 1/1/2024 θα φιλοξενείται σε ιστοσελίδα του εκδοτικού οίκου MDPI Academic Open Access Publishing

ΔΕΛΤΙΟ ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ – ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2023 (ΤΟΜΟΣ 68, Τεύχος 4)

Εφαρμογές της φασματομετρίας μάζας MALDI-TOF στη διάγνωση των λοιμώξεων από μυκοβακτηρίδια

Αμαλία Τζανάτου1, Δημήτριος Παπαβέντσης2, Γεωργία Βρυώνη1, Ιωσήφ Παπαπαρασκευάς1
1 Εργαστήριο Μικροβιολογίας, Ιατρική Σχολή, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
2 Εθνικό Κέντρο Αναφοράς Μυκοβακτηριδίων, Εργαστήριο Μικροβιολογίας, Γενικό Νοσοκομείο Νοσημάτων Θώρακα «Η Σωτηρία»

Το γένος Mycobacterium περιλαμβάνει είδη όπως τα μέλη του παθογόνου συμπλέγματος ειδών M. tuberculosis complex, έναν παγκόσμιο σημαντικό κίνδυνο για τη δημόσια υγεία, καθώς κι ένα συνεχώς αυξανόμενο αριθμό ειδών μη φυματιωδών μυκοβακτηριδίων, το 1/3 περίπου των οποίων έχουν συσχετιστεί με λοιμώξεις σημαντικής νοσηρότητας και θνητότητας. Επομένως η ταχεία κι ακριβής ταυτοποίηση των μυκοβακτηριδίων είναι κρίσιμη στην αντιμετώπιση των λοιμώξεων αυτών.
Η MALDI-TOF MS μεθοδολογία έχει εισαχθεί την τελευταία δεκαετία στην εργαστηριακή πρακτική για την ταυτοποίηση των μικροοργανισμών. Αξιοποιεί τα μοναδικά, σαν αποτυπώματα,για το κάθε είδος πρωτεϊνικά φάσματα μαζών κι επιτυγχάνει ταχεία, εύκολη, αξιόπιστη κι οικονομικά αποδοτική αναγνώριση βακτηρίων, ζυμομυκήτων, και υφομυκήτων. Καθώς οι συμβατικές μέθοδοι ταυτοποίησης των μυκοβακτηριδίων είναι χρονοβόρες, η MALDI-TOF MS προσφέρει μια νέα εναλλακτική προσέγγιση που μειώνει το χρόνο μέχρι το αποτέλεσμα.Τα πρωτόκολλα αδρανοποίησης και προετοιμασίας του δείγματος των μυκοβακτηριδίων για τη MALDI-TOF MS ανάλυση των πρωτεϊνών τους έχουν περιγραφεί λεπτομερώς και χρησιμοποιούνται ευρέως στα κλινικά μικροβιολογικά εργαστήρια. Παράλληλα οι μελέτες αξιολόγησης της MALDI-TOF MS ως μεθόδου ταυτοποίησης των μυκοβακτηριδίων έχουν διαπιστώσει υψηλή ευαισθησία, ειδικότητα και διεργαστηριακή αναπαραγωγιμότητα. Η συνεχής αναβάθμιση των βάσεων δεδομένων με την ενσωμάτωση όλο και μεγαλύτερου αριθμού προφίλ φασμάτων μαζών από είδη Mycobacterium, αλλά και η ανάπτυξη ισχυρότερων λογισμικών για την ανάλυση με τη MALDI-TOF MS, είναι βασικοί επιδιωκόμενοι στόχοι. Μέσω αυτών πιστεύεται πως θα επιτυγχάνεται αξιόπιστη ταυτοποίηση μεγαλύτερου αριθμού ειδών Mycobacterium, αλλά και καλύτερη διάκριση μεταξύ των φυλογενετικά στενά συσχετιζόμενων ειδών, καθώς το τελευταίο αποτελεί και τον κύριο περιορισμό της μεθόδου. Η MALDI-TOF MS ανάλυση των επιφανειακών, ειδικών του κάθε είδους Mycobacterium λιπιδίων αποτελεί πεδίο έρευνας του οποίου οι εξελίξεις αναμένονται και υπόσχεται να συντομεύσει ακόμη περισσότερο το χρόνο ταυτοποίησης των μυκοβακτηριδίων, ίσως και να κατορθώσει την τυποποίησή τους. Οι προοπτικές που ανοίχτηκαν με την εισαγωγή της τεχνολογίας MALDI-TOF MS στη διαγνωστική των μυκοβακτηριδίων έχουν θεαματικό αντίκτυπο στην ταυτοποίηση κι ελπίζεται πως θα έχουν τον ανάλογο αντίκτυπο, τόσο στην τυποποίηση, όσο και στην ανίχνευση αντοχής στα αντιφυματικά φάρμακα.

Λέξεις κλειδιά: Μυκοβακτηρίδια, MALDI-TOF MS, ταυτοποίηση, προετοιμασία δείγματος, βάσεις δεδομένων, μελλοντικές προοπτικές

Interleukin-17 and Immunity of Ocular infections

Israa Asaad Aziz1,2, Marwan Y. Al-Maqtoofi2, Ahmed A. Burghal2
1 Basrah Teaching Hospital, Basrah Health Department, Ministry of Health, Basrah, Iraq.
2 Department of Biology, College of Science, University of Basrah, Basrah, 61004, Iraq.

Το πεδίο έρευνας αναφορικά με τη βιολογία της Ιντερλευκίνης-17 (IL-17) έχει λάβει μεγάλη προσοχή κατά την τελευταία δεκαετία για την αξιολόγηση του ρόλου της στην ενίσχυση της άμυνας του ξενιστή έναντι μικροβιακών λοιμώξεων. Η IL-17 είναι απαραίτητη για τον έλεγχο του μικροβιακού αποικισμού μέσω της ταχείας φυσικής ανοσοαπόκρισης σε παθογόνα που περιλαμβάνει τη στρατολόγηση ουδετερόφιλων και την επαγωγή αντιμικροβιακών πεπτιδίων. Η IL-17 συντίθεται από πληθυσμούς κυττάρων που υπάρχουν κυρίως εντός επιθηλιακών φραγμών, συμπεριλαμβανομένων συγκεκριμένων υποομάδων κυττάρων Th17 και εγγενών λεμφοειδών κυττάρων. Στην παρούσα ανασκόπηση επισημαίνονται τόσο οι βακτηριακές όσο και οι μυκητιασικές λοιμώξεις των οφθαλμών και ο ρόλος της IL-17 στην άμυνα του ξενιστή, και επιπλέον τα οφέλη από τη χρήση της IL-17 ως ανοσοθεραπεία.

Λέξεις κλειδιά: Il-17, βακτήρια, μύκητες, ανοσοποιητικό, φυσική ανοσία, επίκτητη ανοσία, οφθαλμός, ανοσοθεραπεία

Genotypic resistance profile of ESBL-producing enterobacterales from wound infections in Salem, India

Sureshkumar Mathavi, Gopal Sree Sadhana, Rao A V Raghavendra, Rajan Reena
Department of Microbiology, Vinayaka Mission’s Kirupananda Variyar Medical College & Hospitals, Salem, India.

Οι β-λακταμάσες ευρέως φάσματος (Extended Spectrum β-lactamases, ESBL) έχουν αυξηθεί εκρηκτικά, τόσο στο νοσοκομείο όσο και στην κοινότητα. Η παρούσα μελέτη είχε στόχο να ανιχνεύσει τους μικροοργανισμούς που παράγουν ESBL σε λοιμώξεις μαλακών μορίων και να καθορίσει τα είδη γονιδίων ESBLς. Μελετήθηκαν αρνητικοί κατά Gram βακτηρίδια που απομονώθηκαν από λοιμώξεις μαλακών μορίων για διάστημα ενός έτους, από τον Νοέμβριο του 2020 έως τον Οκτώβριο του 2021. Μικροοργανισμοί με ζώνη αναστολής ≤ 27 mm για την Κεφοταξίμη και ≤ 22 mm για την Κεφταζιδίμη υποβλήθηκαν σε φαινοτυπική επιβεβαίωση με Vitek 2 ID / AST. Τα γονίδια β-λακταμάσης εκτεταμένου φάσματος OXA-10/11, TEM, SHV & CTX-M ανιχνεύθηκαν με Real Time PCR. Το ένζυμο CTX-M ήταν ο πιο κοινός γονότυπος ESBL που παρατηρήθηκε μεταξύ των Εντεροβακτηριακών. Συν-έκφραση των γονιδίων ESBL παρατηρήθηκε σε κλινικά στελέχη των Klebsiella pneumoniae και Escherichia coli. Τα γονίδια CTX-M & TEM παρατηρήθηκαν στο 40% των απομονώσεων E. coli. Όλα τα στελέχη E. coli με γονίδια CTX-M & TEM ήταν ευαίσθητα σε καρβαπενέμες και αμικασίνη. Το 8,33% των απομονωθέντων E. coli με μόνο γονότυπο CTX-M ήταν ανθεκτικά στις καρβαπενέμες και την αμικασίνη. Το 50% των απομονωθέντων στελεχών K. pneumoniae με γονίδια SHV, CTX-M & TEM εμφάνισαν ανθεκτικότητα στις καρβαπενέμες, σε συνδυασμούς αναστολέων β-λακτάμης/β-λακταμάσης, κεφεπίμη και αμινογλυκοσίδες. Συμπερασματικά, οι λοιμώξεις που σχετίζονται με την παρουσία ESBL αποτελούν σοβαρό θέμα δημόσιας υγείας όσον αφορά την ευρεία διάδοση των γονιδίων ESBL και τις περιορισμένες θεραπευτικές επιλογές.

Λέξεις κλειδιά: λοιμώξεις μαλακών μορίων, Εντεροβακτηριακά που παράγουν ESBL, γονίδια ESBLs

Prevalence of serum cryptococcal antigen among HIV infected patients attending a university of Benin Teaching Hospital, Edo state, Nigeria

Okam Chioma Constance1, Morka Emmanuel,2, Morka Blessing Ubulu1,
1 Department of Microbiology, University of Benin, Edo State, Nigeria
2 Department of Microbiology, Delta State University, Abraka, Nigeria

Η μελέτη σχεδιάστηκε για να προσδιορίσει τον επιπολασμό του κρυπτοκοκκικού αντιγόνου ορού (CrAg) μεταξύ ασθενών με HIV λοίμωξη στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Μπενίν (UBTH), στην πολιτεία Έντο της Νιγηρίας. Τα κλινικά συμπτώματα, οι παράγοντες κινδύνου και το ιστορικό ορισμένων ασθενειών σε συνδυασμό με το CrAg προσδιορίστηκαν σε 200 ασθενείς με HIV λοίμωξη ηλικίας 18 έως 71 ετών, χρησιμοποιώντας την ανοσοχρωματογραφία ανίχνευσης του κρυπτοκοκκικού αντιγόνου (CrAg LFA). Ο αριθμός CD4 κάθε ασθενή προσδιορίστηκε χρησιμοποιώντας το σύστημα μέτρησης BD FACS κυτταρικού διαλογέα ενεργοποιημένου με φθορισμό. Χρησιμοποιήθηκε ένα δομημένο ερωτηματολόγιο για τη συλλογή πληροφοριών σχετικά με τα δημογραφικά χαρακτηριστικά, και το ιατρικό ιστορικό των ασθενών. Το 90% των ασθενών είχαν ιστορικό λήψης θεραπείας ART και το 10% δεν είχαν λάβει ποτέ. Στη μελέτη σε 4,5% ανιχνεύθηκε κρυπτοκοκκική αντιγοναιμία. Το ποσοστό μόλυνσης ήταν υψηλότερο μεταξύ των ασθενών που δεν είχαν λάβει ART 5/20 (25%) από ό,τι στην ομάδα 4/180 που είχε λάβει θεραπεία (2,2%). Η ηλικία δεν είχε σημαντική συσχέτιση με το CrAg (P = 0,731). Η συσχέτιση μεταξύ της ποσότητας CrAg ορού και του αριθμού CD4 βρέθηκε να είναι σημαντική (P <0,001). Περισσότερες γυναίκες ήταν θετικές στο CrAg σε σύγκριση με τους άντρες, αλλά αυτή η διαφορά δεν ήταν στατιστικά σημαντική. Το ιστορικό προηγούμενων ασθενειών, όπως η φυματίωση, η ηπατίτιδα και ο σακχαρώδης διαβήτης δεν ήταν στατιστικά σημαντικό μεταξύ των ασθενών. Η έκθεση σε παράγοντες κινδύνου, όπως η πρόσληψη αλκοόλ, η χρήση στεροειδών και η ενδοφλέβια χρήση ναρκωτικών ήταν στατιστικά σημαντική, ενώ το κάπνισμα και η έκθεση σε περιττώματα περιστεριών ήταν μη στατιστικά σημαντική. Αν και ο επιπολασμός του CrAg ορού ήταν χαμηλός στην παρούσα μελέτη, οι παράγοντες κινδύνου που σχετίζονται με την κρυπτοκόκκωση πρέπει να αποφεύγονται. Επιπλέον, θα πρέπει να εφαρμόζεται έλεγχος ρουτίνας για τη βελτίωση της υγείας και τη μείωση της νοσηρότητας. Σε αυτή τη μελέτη βρέθηκε επίσης ότι η κρυπτοκοκκική λοίμωξη αφορά ασθενείς με AIDS και όχι ασθενείς με HIV, όπως γενικά γίνεται αντιληπτό. Λέξεις κλειδιά: Επιπολασμός κρυπτοκοκκικού αντιγόνου, CrAg, ορός, AIDS, HIV